Ευρωπαϊκή Κρίση Ευθύνης και Διακυβέρνησης

Δεν ήταν βεβαίως η πρώτη φορά που η Ε.Ε. βρέθηκε αντιμέτωπη με την μεταναστευτική πίεση από τον Μεσογειακό Νότο. Ειδικότερα κατά την τελευταία δεκαετία, το φαινόμενο της παράνομης/παράτυπης μετανάστευσης από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, των Βαλκανίων και της Ασίας προς τα μεσογειακά κράτη-μέλη της ΕΕ (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία) έβαινε συνεχώς εντεινόμενο μετατρέποντας την Μεσόγειο ταυτόχρονα σε κύρια δεξαμενή αποστολής και υποδοχής μεταναστών.

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, από το 2001 έως το 2010, ο αριθμός των παράνομων/παράτυπων μεταναστών από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής προς την Ευρώπη αυξήθηκε κατά 42% (από 3,5 εκατ. σε σχεδόν 5 εκατ.), με το 91% των μεταναστών να κατευθύνεται προς την Ευρώπη και ειδικότερα στις γεωγραφικά εγγύτερες χώρες, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα. Οι αραβικές εξεγέρσεις το 2010 και το μέτωπο της Συριακής κρίσης που ακολούθησε το 2011 ενίσχυσαν τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη με αποτέλεσμα κατά την πενταετία 2009-2014 ο αριθμός των παράνομων μεταναστών να ξεπεράσει τους 800.000. Στο διάστημα αυτό την μεγαλύτερη πίεση θα δεχθεί η Ιταλία, μέσω της Κεντρικής Μεσογειακής Οδού και δευτερευόντως η Ελλάδα, μέσω της Ανατολικής Μεσογειακής Οδού (από την Τουρκία προς τα νησιά του κεντρικού και ανατολικού Αιγαίου και τον Έβρο).

Το 2014 η Ιταλία θα καταγράψει υπερτριπλάσιο αριθμό παράνομων μεταναστών (περισσότερους από 170.000) από την δεύτερη στη σειρά Ελλάδα και η Μεσόγειος τον μεγαλύτερο αριθμό νεκρών από κάθε άλλη περιοχή του πλανήτη (περισσότερους από 3.000 θανάτους, κυρίως πνιγμούς, ανθρώπων από την Συρία, την Ερυθραία, το Αφγανιστάν, την Υποσαχάρια Αφρική και την Σομαλία). Ταυτόχρονα, η Συριακή κρίση έχει ήδη από τον Μάρτιο 2011 υποχρεώσει περισσότερους από 6,5 εκατ. Σύριους πρόσφυγες να εγκατασταθούν σε γειτονικές στην Συρία χώρες, κυρίως την Τουρκία, το Λίβανο, την Ιορδανία και το Ιράκ[1], με τους περισσότερους από αυτούς να προσβλέπουν στην με κάθε δυνατό μέσο μετακίνησή τους προς τον "ευρωπαϊκό παράδεισο".

"Ευρώπη-Φρούριο" και διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης

Μέχρι και το τέλος του 2014 και παρά τις σαφείς ενδείξεις για ένταση του φαινομένου, η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε να υιοθετεί αυτό που ειπώθηκε από τον Ταλεϋράνδο για την δυναστεία των Βουρβώνων αμέσως μετά την Γαλλική επανάσταση: "δεν έμαθε τίποτε και δεν άλλαξε τίποτε". Πράγματι, παραμένοντας στην λογική της ανάγκης οχύρωσής της απέναντι στις μεταναστευτικές πιέσεις ("Fortress Europe") η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσει την "εκ του μακρόθεν" (remote control) διαχείριση του φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης[2] αφήνοντας το κύριο βάρος ανάσχεσης και διαχείρισης των πιέσεων στα "κράτη-πρώτης γραμμής" (front-line states) του Μεσογειακού Νότου (Ιταλία και Ελλάδα).[3] Έτσι, οι πολιτικές της Ένωσης συνέχισαν να αναπτύσσονται σε δύο κυρίως επίπεδα. Ένα βραχυπρόθεσμο επίπεδο, που στόχευε στην αποτροπή της παράνομης μετανάστευσης και στον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και ένα μεσοπρόθεσμο επίπεδο, όπου η ΕΕ προχώρησε στην "εξωτερίκευση" (externalization) των εργαλείων και πολιτικών που είχε -και εξακολουθεί να έχει- στη διάθεσή της.

Στο πρώτο βραχυπρόθεσμο επίπεδο που αφορούσε στον αποτελεσματικότερο έλεγχο των συνόρων της, η Ε.Ε. επέλεξε να χρησιμοποιήσει τόσο ευρωπαϊκά (FRONTEX, EUROSUR, EUROPOL κ.ά.) όσο και εθνικά μέσα και εργαλεία (επιχειρήσεις ελέγχου θαλασσίων ή χερσαίων συνόρων που αναλαμβάνονται από συγκεκριμένα κράτη-μέλη της, όπως η επιχείρηση "Mare Nostrum" από την Ιταλία και -αντιστοίχως στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία- η κατασκευή του φράχτη στον Έβρο από την Ελλάδα).  

Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορούσαν σε δύο ειδικότερες θεματικές περιοχές: την ασφάλεια και την ανάπτυξη. Στην πρώτη περίπτωση η Ένωση ενδιαφέρθηκε να ισχυροποιήσει τον έλεγχο στα σύνορά της και να καταπολεμήσει την παράνομη είσοδο μεταναστών, την εμπορία ανθρώπων και την επαναπροώθηση όσων πέρασαν στην Ε.Ε. παράνομα. Στην κατεύθυνση αυτή προσέλαβε και αντιμετώπισε την παράνομη μετανάστευση ως απειλή για την ασφάλεια των ευρωπαίων πολιτών ("ασφαλειοποίηση" [securitization"]) ενώ αυτή ακριβώς η πρόσληψη του φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης[4] αποτυπώθηκε σε σειρά θεσμικών αποφάσεων και κειμένων της Ένωσης[5].  Η "Συνολική Προσέγγιση για την Μετανάστευση και την Κινητικότητα" (2008) [Global Approach on Migration and Mobility - GAMM] έθεσε και τις βάσεις για τη δημιουργία της "Ομάδας Δράσης για την Μεσόγειο" (Task Force Mediterranean) τον Δεκέμβριο 2013 επιχειρώντας να συνδέσει όλα τα κράτη-μέλη της Ένωσης με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (European External Action Service - EEAS) -την Υπηρεσία που δημιουργήθηκε αφού τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας- και αρκετές ακόμα ευρωπαϊκές υπηρεσίες.[6]

Ήταν επίσης η "Συνολική Προσέγγιση για την Μετανάστευση και την Κινητικότητα" που επιχείρησε -σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο και στη λογική της πρόληψης- να συνδέσει την μετανάστευση με την ανάπτυξη, εστιάζοντας στην λήψη μέτρων που αφορούσαν στην αντιμετώπιση των αιτιών της μετανάστευσης, την αναπτυξιακή βοήθεια προς τις χώρες προέλευσης, τις εμπορικές συναλλαγές καθώς και τις ξένες επενδύσεις και τις συμφωνίες της Ε.Ε. στο πλαίσιο των εξωτερικών της σχέσεων με στόχο την καλύτερη ρύθμιση της μετανάστευσης.[7] Η υλοποίηση αυτής της προσέγγισης επιχειρήθηκε κυρίως μέσα από τα περιφερειακά εργαλεία της Ένωσης, όπως η Ευρωμεσογειακή Συνεργασία, η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας (European Neighborhood Policy - ENP) καθώς και διάφορες Συμφωνίες Κινητικότητας (Mobility Partnerships)[8].

Οι αναπτυχθείσες πολιτικές της Ένωσης για την διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Το 2015 η μεταναστευτική πίεση στα ευρωπαϊκά σύνορα αυξήθηκε δραματικά προσθέτοντας σε μια ήδη πολιτικά κατακερματισμένη -λόγω της οικονομικής κρίσης- Ένωση πρόσθετα προβλήματα.

To "Annus Horribilis" και η Ευρωπαϊκή κρίση ευθύνης και διακυβέρνησης

Η τραγωδία τον Απρίλιο του 2015, με τον θάνατο 700 περίπου μεταναστών μετά την βύθιση του πλοίου που τους μετέφερε προς την Ιταλία, διέγειρε τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά τόσο των ευρωπαίων πολιτών όσο και των ευρωπαϊκών ηγεσιών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε να ξυπνά από ένα λήθαργο: μέσα σε διάστημα τριών μηνών από την "Μεσογειακή τραγωδία"[9], αναλήφθηκαν περισσότερες θεσμικές πρωτοβουλίες από όσες είχαν αναληφθεί κατά την προηγούμενη δεκαετία ενώ συγκεκριμένα θεσμικά όργανα της Ένωσης προχώρησαν σε σειρά προτάσεων με στόχο την άμεση αντιμετώπιση της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης, την διάσωση ανθρώπινων ζωών και την πάταξη των παράνομων κυκλωμάτων διακίνησης.

Πράγματι στις 20 Απριλίου η Ύπατη Εκπρόσωπος για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας F. Mogherini και ο Ευρωπαίος Επίτροπος για Θέματα Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και  Ιθαγένειας Δ. Αβραμόπουλος κατέθεσαν "Δέκα Σημεία Άμεσης Δράσης".[10] Πολύ σύντομα (28 Απριλίου) ακολούθησε  η "Νέα Ευρωπαϊκή Agenda για την Ασφάλεια" ενώ στις 13 Μαΐου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε στην υιοθέτηση της “Ευρωπαϊκής Agenda για την Μετανάστευση”, οι τέσσερεις βασικοί πυλώνες της οποίας στόχευαν στην άμεση ανάγκη για δράση ώστε να μη χαθούν άλλες ζωές, στην βοήθεια προς τις χώρες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή με ουσιαστικά μέτρα -όπως η αύξηση των πλοίων που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις υπό τον συντονισμό του Frontex, στην χορήγηση βοήθειας έκτακτης ανάγκης ύψους 60 εκατ. ευρώ- και στην εκπόνηση σχεδίου δράσης για την πάταξη των κυκλωμάτων παράτυπης μετανάστευσης.

Όμως οι παραπάνω, αναμφίβολα δυναμικές, παρεμβάσεις της Ένωσης εξαντλούνταν στο επίπεδο της "διακηρυκτικής πολιτικής" (verbal policy) θέτοντας μια σειρά από υψηλούς -και ταυτόχρονα ανεπαρκώς ορισμένους και αμφίβολης επιτυχίας στόχους- που ήταν εξαιρετικά δύσκολο -αν όχι αδύνατον- να υποστηριχτούν από τα μέσα και τα εργαλεία που είχε στη διάθεσή της η Ένωση. Επιπρόσθετα, δεν προνοούσαν για μια σειρά από προβλήματα που αφορούσαν σε ενδεχόμενη μη έγκριση των προτεινόμενων δράσεων από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, στη μη επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. αλλά και στην αδυναμία επιχειρησιακής ανάπτυξής τους μέσω της άσκησης βίας εναντίον των δικτύων διακίνησης παράνομων μεταναστών στο έδαφος χωρών της Βόρειας Αφρικής.[11] Ταυτόχρονα, οι παραπάνω νέες θεσμικές προτάσεις της Ε.Ε. δεν συνιστούσαν ολοκληρωμένη, κοινή μεταναστευτική πολιτική, όπως προβλέπεται στο άρθρο 79 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στους μήνες που ακολούθησαν, το φαινόμενο της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης εντάθηκε με τρόπο δραματικό. Με την μεταναστευτική ροή να έχει πλέον  "κλειδώσει" στην θαλάσσια Ανατολική Μεσογειακή Οδό (από τα τουρκικά παράλια προς τα νησιά του βόρειου και ανατολικού Αιγαίου), η Ελλάδα βρέθηκε τους τελευταίους δύο μήνες του καλοκαιριού αντιμέτωπη με μια δραματική αύξηση του αριθμού των μικτών (προσφυγικών και μεταναστευτικών) ροών στα σύνορά της. Τα επίσημα στοιχεία ήταν συγκλονιστικά: 138.081 άτομα, δηλαδή αύξηση 1.100% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα το προηγούμενο έτος. Πράγματι, μέσα στους πρώτους οκτώ μήνες του 2015 περισσότεροι από 300.000 πρόσφυγες και μετανάστες διέσχισαν τα θαλάσσια σύνορα της Μεσογείου, με περισσότερους από 200.000 από αυτούς να περνούν στην Ελλάδα και 110.000 στην Ιταλία.[12] Μέχρι και το κλείσιμο του "Annus Horribilis", 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες πέρασαν τα σύνορα της Ένωσης (972.551 τα θαλάσσια και 34.000 τα χερσαία), οι περισσότεροι από αυτούς (818.654) διασχίζοντας τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία.

Δυστυχώς καμία ελληνική κυβέρνηση δεν σχεδίασε με συνολικό και αποτελεσματικό τρόπο τον έλεγχο των παράτυπων μεταναστευτικών ροών προς τα ανατολικά χερσαία και θαλάσσια σύνορα της χώρας από την διαπίστωση του προβλήματος το 2008. Πολύ περισσότερο η αντιμετώπιση του τεράστιου κύματος προσφύγων και μεταναστών κατά τους πρώτους μήνες του 2015 από τους αρμόδιους της μεταναστευτικής πολιτικής της νέας ελληνικής κυβέρνησης υπήρξε απολύτως αποσπασματική και κατέδειξε με εκκωφαντικό τρόπο την πλήρη απουσία σχεδίου τόσο βραχυπρόθεσμης όσο και μεσοπρόθεσμης διαχείρισης της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης. Έτσι η «εισαγόμενη» και συνεχώς αυξανόμενη ανθρωπιστική τραγωδία συναντήθηκε με την υφιστάμενη (εσωτερική) ανθρωπιστική κρίση που βίωνε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και κυρίως με το «εσωτερικό χάος» ενός εξαιρετικά αδύναμου και κατακερματισμένου θεσμικού συστήματος στρατηγικού σχεδιασμού και διαχείρισης κρίσεων.[13]  

Παράλληλα, η αποτίμηση της διαχείρισης της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντοπίζει μια σειρά από προβλήματα, ελλείψεις και αδυναμίες. Ειδικότερα την δυναμική σε "διακηρυκτικό επίπεδο" αλλά ανεπαρκώς ορισμένη και πρακτικά αναποτελεσματική πολιτική της Ένωσης των πρώτων πέντε μηνών του 2015 ακολουθεί μέχρι και σήμερα, μια σειρά πολιτικών που χαρακτηρίζεται από τρεις ειδικότερες αδυναμίες ή ελλείψεις:

(α) Η Ένωση κυβερνάται από ειδικές και έκτακτες συναντήσεις

Η πρώτη αφορά στην αδυναμία ανάπτυξης ενός συνολικού σχεδίου αντιμετώπισης της μεταναστευτικής/προσφυγικής κρίσης και αποτυπώνεται σε σειρά αλλεπάλληλων ειδικών συναντήσεων εκτάκτου χαρακτήρα (subsequent and extraordinary meetings), με αποτέλεσμα η Ένωση να δίνει την εντύπωση ότι στο ζήτημα της μεταναστευτικής κρίσης "κυβερνάται από ειδικές συναντήσεις" (is governed by summits).[14] Πράγματι, από τον Απρίλιο 2015 μέχρι και σήμερα η μεταναστευτική κρίση αποτέλεσε το κύριο και σημαντικότερο αντικείμενο προγραμματισμένων και εκτάκτων Συμβουλίων Κορυφής της Ε.Ε., αλλά και τον λόγο σύγκλησης --σε μηνιαία σχεδόν βάση-- ειδικών συναντήσεων με την συμμετοχή τόσο των άμεσα εμπλεκομένων σε αυτές ευρωπαϊκών όσο και μη ευρωπαϊκών κρατών (Βαλκανικά κράτη, Τουρκία, χώρες της Αφρικής)[15], χωρίς όμως να έχει μέχρι και σήμερα προκύψει κανένα πρακτικό και ουσιαστικό (tangible) αποτέλεσμα όσον αφορά στην μείωση των μεταναστευτικών ροών.

(β) Το "Xάσμα Yλοποίησης" (The Implementation Gap)

Η αναποτελεσματικότητα των πολιτικών που ανέπτυξε η Ένωση για τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης δεν οφείλεται μόνον στο γεγονός ότι έκανε "λίγα και αργά". Οφείλεται κυρίως στο χάσμα μεταξύ αυτών των --έστω καθυστερημένων-- αποφάσεων που η Συνθήκη της Λισσαβόνας (λόγω της "αυξημένης πλειοψηφίας") επέτρεψε να ληφθούν συλλογικά (αν και πολλές φορές με δυσθυμία ή/και αντιρρήσεις από ορισμένα κράτη-μέλη) και την μη υλοποίηση των συμφωνηθέντων από τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ένωσης.[16]

Το σημαντικότερο ζήτημα όσον αφορά στο χάσμα μεταξύ των αποφάσεων της ΕΕ και της υλοποίησής τους αφορούσε -και εξακολουθεί να αφορά- στην επανεγκατάσταση (relocation) 160.000 προσφύγων στο εσωτερικό της Ένωσης με βάση το "σχέδιο μετεγκατάστασης" (relocation scheme) που αποφασίστηκε για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο 2015.[17] Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόφαση αυτή της Ε.Ε. οδήγησε στον διαχωρισμό των κρατών-μελών μεταξύ εκείνων που αντιλαμβάνονταν την  έννοια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης ως υποχρεωτική (compulsory) και ορισμένων άλλων κρατών-μελών -κυρίως χωρών του πάλαι ποτέ "ανατολικού μπλοκ", όπως η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Πολωνία και ορισμένες Βαλτικές δημοκρατίες- που θεωρούσαν ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη μπορεί να έχει εθελοντικό χαρακτήρα (voluntary solidarity). Τα κράτη αυτά επιθυμούσαν -και συνεχίζουν να επιθυμούν- να μεταθέσουν το κόστος (pass the buck) της διαχείρισης της μεταναστευτικής κρίσης σε άλλες χώρες της Ένωσης. Σήμερα -μετά την πάροδο εννέα μηνών από την απόφαση του Ιουνίου 2015- οι επιδόσεις σχεδόν του συνόλου των κρατών-μελών της ΕΕ (και όχι μόνον των αντιρρησιών στο αποφασισθέν "σχέδιο μετεγκατάστασης") εξακολουθούν να είναι απογοητευτικές.[18] 

Ταυτόχρονα, το χάσμα μεταξύ των αποφάσεων της Ένωσης και της μη υλοποίησής τους από τα κράτη-μέλη αποτυπώθηκε και σε μια σειρά από πρόσθετα ζητήματα[19] που αφορούσαν (i) την μη χρηματοδότηση από τα κράτη-μέλη του μέρους που τους αναλογεί για την αντιμετώπιση της Συριακής κρίσης, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να υφίσταται σήμερα χρηματοδοτικό έλλειμμα 2.35 δις ευρώ[20] (ii) την ελλιπή επιχειρησιακή υποστήριξη του FRONTEX με ειδικευμένο προσωπικό, του Γραφείου Υποστήριξης Ευρωπαϊκού Ασύλου (European Asylum Support Office) με εμπειρογνώμονες και των δύο κρατών πρώτης υποδοχής (Ιταλίας και Ελλάδας) με αξιωματικούς-συνδέσμους και (iii) την επιλεκτική εθνική ερμηνεία και ανομοιόμορφη υλοποίηση από το σύνολο σχεδόν των κρατών-μελών της Ένωσης της νομοθεσίας που αφορά στο "Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου" (European Common Asylum System)[21].

(γ) ΕΕ-Τουρκία: Από τον συμβιβασμό στα ημίμετρα

Αναμφίβολα, με περισσότερα από 2 εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες στο έδαφός της (διασκορπισμένους σε προσφυγικά κέντρα όσο και σε διάφορα αστικά κέντρα) και σε αναμονή της μετακίνησής τους προς την Ευρώπη, η Τουρκία αποτελεί "χώρα-κλειδί" στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών προς την E.E.[22] Η μόνη αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος προϋποθέτει την συνεργασία της Τουρκίας για την δημιουργία κέντρων ελέγχου και ταυτοποίησης (hot-spots) στο έδαφός της (και αντίστοιχα στο έδαφος άλλων χωρών που φιλοξενούν μεγάλο αριθμό προσφύγων, όπως η Ιορδανία και ο Λίβανος), προκειμένου να δίνεται η δυνατότητα ασφαλούς μετακίνησης με στόχο την απευθείας εγκατάσταση (resettlement) των προσώπων που δικαιούνται ασύλου (προσφύγων) σε συγκεκριμένα κράτη-μέλη της Ένωσης.[23]

Εξαιτίας της σταθερής άρνησης της Τουρκίας να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση και με άμεσο στόχο την μείωση των τεράστιων μεταναστευτικών ροών προς τα ελληνικά-ευρωπαϊκά σύνορα, η Ε.Ε. -με ιδιαίτερα ενεργό ρόλο και παρέμβαση της Γερμανίας- προχώρησε τον Νοέμβριο 2015 στη σύναψη ενός "Σχεδίου Δράσης" (Action Plan). Λαμβάνοντας συγκεκριμένο αντίδωρο,[24] η Τουρκία καλείτο να συνεργαστεί με την Ε.Ε. για αυστηρότερους ελέγχους στα ελληνοτουρκικά θαλάσσια σύνορα και για τον περιορισμό της ροής μεταναστών που δεν χρειάζονται άμεσα προστασία με την επιστροφή τους στις χώρες προέλευσης μέσω της υλοποίησης των Συμφωνιών Επανεισδοχής (Readmission Agreements) που έχει υπογράψει η Τουρκία.

Από τον Νοέμβριο μέχρι και σήμερα κανένα από τα μέρη της συμφωνίας δεν υλοποιήθηκε ενώ οι μεταναστευτικές ροές συνεχίστηκαν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Αντί να αυξήσει την πίεση προς την κυβέρνηση Ερντογάν στην κατεύθυνση αποτελεσματικής διαχείρισης της μεταναστευτικής κρίσης από το έδαφος της Τουρκίας, η Ε.Ε. -με ενεργό και πάλι ρόλο της Γερμανίας- προτίμησε να αναζητήσει προσωρινές λύσεις στο πλαίσιο της αποτελεσματικότερης αστυνόμευσης των ευρωπαϊκών θαλάσσιων συνόρων, δηλαδή των ελληνοτουρκικών συνόρων. Με την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής (European Boarder and Coast Guard) να καθυστερεί ακόμη σημαντικά, η αποτελεσματικότερη αστυνόμευση των ευρωπαϊκών/ελληνοτουρκικών συνόρων αποφασίστηκε (μετά από κοινή πρόταση Γερμανίας-Τουρκίας) να ανατεθεί σε ναυτική δύναμη του ΝΑΤΟ. Δυστυχώς, πέραν της αμφίβολης αποτελεσματικότητας της Νατοϊκής εμπλοκής στη διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών[25], η εν λόγω απόφαση ανέδειξε την συνεχιζόμενη αδυναμία παρέμβασης της Ε.Ε. με ίδια μέσα για την αποτελεσματική εποπτεία και αστυνόμευση των ευρωπαϊκών συνόρων.

Μοναδικός δρόμος για την υπέρβαση της κρίσης ευθύνης και διακυβέρνησης που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η αναγνώριση της ευκαιρίας που παρουσιάζεται από την εξαναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών στο έδαφος της για την δημογραφική ανανέωση του γηράσκοντος πληθυσμού της και την ενίσχυση του εργατικού δυναμικού της. Στην προοπτική αυτή η παλιότερη διαπραγμάτευση αναδιανομής των πόρων μεταξύ Βορρά και Νότου θα μπορούσε να δώσει τη θέση της σε μια νέα μεγάλη διαπραγμάτευση (Grand bargain) για την αναδιανομή του βάρους διαχείρισης της μεταναστευτικής κρίσης μεταξύ όλων των (παλαιών και νεότερων) μελών της Ένωσης. Μέχρι τότε όμως μια σειρά από άμεσα προβλήματα αποτελεσματικότερης αστυνόμευσης των ευρωπαϊκών συνόρων και διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών επιβάλλουν την ανάληψη περισσότερο ρηξικέλευθων πολιτικών από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως όσον αφορά την σχέση της με την Τουρκία.

 


[1] Ahmet İçduygu, "Turkey’s Evolving Migration Policies: A Mediterranean Transit Stop at the

Doors of the EU" στο στο Lorenzo Kamel, Changing Migration Patterns in the Mediterranean (IAI - Edizioni Nuova Cultura, Rome) σελ. 59-62

[2] Stephan Keukeleire and Tom Delreux, The Foreign Policy of the European Union (Palgrave Macmillan, Basingstoke, 2014 -2nd ed.), σελ.234-5

[3] Η πολιτική αυτή είναι συμβατή με τον υπογραφέντα το 2003 και από τα τρία ευρωπαϊκά κράτη του Μεσογειακού Νότου (Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα) "Κανονισμό του Δουβλίνου ΙΙ" ("Dublin II"). Σύμφωνα με αυτόν η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται υποχρεωτικά στη χώρα πρώτης εισόδου στην Ευρώπη καθώς και ότι αν κάποιος παράνομα εισελθών συλληφθεί σε άλλη χώρα αυτή θα πρέπει να τον επιστρέψει στην χώρα πρώτης εισόδου. 

[4] Jef Huysmans, “The European Union and the Securitization of Migration”, Journal of Common Market Studies, Vol. 38, No.5, December 2000, σελ. 751-77.

[5] όπως η "Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφάλειας" [European Security strategy] (2008 και 2011), το Πρόγραμμα της Χάγης (2004) [The Hague Programme] και της Στοκχόλμης (2009) [The Stockholm Programme] και το "Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το Άσυλο" (2008) [Common Immigration Policy for Europe]

[6] Όπως η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου (European Asylum Support Office -EASO), η FRONTEX, η Υπηρεσία Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (Fundamental Rights Agency - FRA), η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Θαλάσσιας Ασφάλειας (European Maritime Safety Agency - EMSA) και η Ευρωπαϊκή Αστυνομία (European Police Office - Europol).

[7] Sarah Wolf, "Migration and Refugee Governance in the Mediterranean: Europe and International Organisations at a Crossroads" στο Lorenzo Kamel, Changing Migration Patterns in the Mediterranean (IAI - Edizioni Nuova Cultura, Rome) σελ. 171.

[8] European Commission, Mobility "Partnerships as a Tool of the Global Approach to Migration", Commission Staff Working Document, SEC (2009) 1240, Brussels, 18 September 2009, p. 4.

[9] "The situation in the Mediterranean is a tragedy". Statement made by the special meeting of the EU Council, Brussels, 23 April, 2015

[10] EU HRFASP F. Mogherini και ο Commissioner D. Avramopoulos καταθέτουν "Δέκα σημεία Άμεσης Δράσης" ("Ten Points for Immediate Action") που αφορούν --μεταξύ άλλων--  στην ανάληψη δράσεων με στόχο την επέκταση της δυνατότητας διάσωσης στην θάλασσα, την καταστροφή των πλοίων των παράνομων διακινητών και την εγκατάσταση ενός μηχανισμού προσφύγων εντός της Ένωσης ("expanding emergency nautical rescues, destroying traffickers' boats and an "emergency mechanism for the resettlement" of refugees)

[11] Anna Triantafyllidou, "Irregular migration in the Mediterranean: four key principles for solving the crisis", LSE EUROPP, 21 April 2015 

Simond de Galbert, "Migrant Crisis Challenges EU Open Border Policy", Center for Strategic and International Studies (CSIS), 16 September, 2015. Επίσης Jasmine Coleman, "Mediterranean migrants crisis: Is military force the solution?", BBC News, 18 May 2015  

[12] Ο αριθμός των προσφύγων και μεταναστών που διέσχισαν τα θαλάσσια σύνορα της Μεσογείου ολόκληρο το 2014 ήταν 219.000. Bl. UNHCR, “Number of refugee arrivals to Greece increase dramatically”, 18 August 2015 .

[13] Παναγιώτης Τσάκωνας και Τριαντάφυλλος Καρατράντος, "Η αβάσταχτη ελαφρότητα της χώρας στο μεταναστευτικό", ΤΑ ΝΕΑ, 1 Σεπτεμβρίου 2015

[14] Βλ. Mathew Karnitchnig, "Leaders Scrable to Salvage EU solidarity", POLITICO, 16 December 2015  

[15] Special EU Council Meeting, 23 April, 2015; EU Council Meeting, June 2015; Emergency Ministerial Meeting of Home and Justice Affairs, 14 September 2015; Special EU Council Meeting, 23 September 2015; Meeting of the Western Balkans Migration Route, 25 October 2015; The Valetta Summit on Migration (EU-Africa leaders summit), 11-12 November 2015; EU-Turkey Meeting in Brussels, 29 November 2015. Κατά την τελευταία συνάντηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (EU Council Meeting), στις 18 Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες, η Γερμανία πρότεινε να πραγματοποιηθεί μια ακόμα έκτακτη συνάντηση της Ε.Ε. με την Τουρκία στις 6 Μαρτίου.

[16] Elspeth Guild, Cathryn Costello, Madeline Garlick and Violeta Moreno-Lax, "The 2015 Refugee Crisis in the European Union", CEPS Policy Brief, No. 332, September 2015

[17] Στο πλαίσιο της κοινοτικής αλληλεγγύης, η απόφαση αυτή στόχευε στη δίκαιη κατανομή ευθυνών και βαρών (burden-sharing) μεταξύ των κρατών-μελών της Ένωσης και στην ελάφρυνση των συνοριακών χωρών μελών της Ένωσης (Ελλάδα, Ιταλία, Μάλτα κ.ά.) οι οποίες, ως χώρες πρώτης εισόδου, έφεραν εξαιρετικά δυσανάλογο βάρος σε ό,τι αφορά τον αριθμό των μεταναστών-προσφύγων στο έδαφός τους.

[18] Μέχρι και σήμερα στο έδαφος κρατών-μελών της Ένωσης έχουν μετεγκατασταθεί λιγότεροι από 500 πρόσφυγες.  

[19] Matteo Garavoglia, "The Migration Crisis: Brussels Acts while the Capitals Hesitate", Old Continent, 26 October 2015

[20] Τον Σεπτέμβριο 2015, οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί ανέλαβαν να συνεισφέρουν το ποσό των 2.8 δις ευρώ για την αντιμετώπιση της Συριακής κρίσης (500 εκατ. για Syria Trust Fund, 1.8 εκ. για το Africa Trust Fund και 500 εκ. για ανθρωπιστική βοήθεια) και τα κράτη-μέλη αντίστοιχο ποσό. Μέχρι σήμερα, αντί για το αντίστοιχο ποσό, τα κράτη-μέλη έχουν συνεισφέρει μόλις 500 εκ. ευρώ (18 εκ. για Syria Trust Fund, 12 εκ. για Africa Trust Fund and 416 εκ. για ανθρωπιστική βοήθεια).

[21] Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τον Οκτώβριο του 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προχωρήσει σε 40 νέες καταγγελίες εναντίον 19 κρατών-μελών της Ένωσης για παραβίαση της σχετικής νομοθεσίας και ενώ ήδη εκκρεμούν 34 παρόμοιες περιπτώσεις παραβίασης της νομοθεσίας.

[22] Ahmet İçduygu, "Turkey’s Evolving Migration Policies", op. cit., σελ. 59-67.

[23] Alexander Betts, "Let Refugees Fly to Europe", New York Times, 24 September 2015

[24] Το αντίδωρο προς την Τουρκία ήταν η ενεργοποίηση των ενταξιακών συνομιλιών που είχαν παγώσει (συμφωνήθηκε ότι μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2016 θα αρχίσουν οι προπαρασκευαστικές διεργασίες για νέα κεφάλαια, όπως αυτό της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής). Επίσης η εκπλήρωση εκ μέρους της Τουρκίας των όρων που τέθηκαν όσον αφορά την αντιμετώπιση του προσφυγικού θα συνεπάγονταν την κατάργηση (με έναρξη τον Οκτώβριο του 2016) της βίζας για τους Τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν προς τις χώρες Σένγκεν. Παράλληλα η Τουρκία θα χρηματοδοτείτο με 3 δις ευρώ τα επόμενα δύο χρόνια (αντί 3 δισ. το χρόνο όπως επιθυμούσε η Άγκυρα) με στόχο την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης 2,2 εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων που ζουν στην Τουρκία.

[25] Άγγελος Συρίγος, "ΝΑΤΟ στο Αιγαίο: Οκτώ δεδομένα με ειδική σημασία", Καθημερινή, 14 Φεβρουαρίου 2016